Αναθεωρώντας τη λέξη πατριώτης
Της δημοσιογράφου Σμαράγδας Μιχαλιτσιάνου Ορισμένες λέξεις μπορούν να προκαλέσουν συγκίνηση και να ξεσηκώσουν. Ωστόσο λέξεις που υπήρξαν άλλοτε επιβλητικές τα χρόνια της κρίσης έχασαν το νόημά τους . Μήπως ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε ορισμένες από αυτές τις λέξεις για να πάρουμε πίσω τη χαμένη μας αισθητική εντρυφώντας στα κείμενα των αρχαίων για να αποκαταστήσουμε την τάξη; Σήμερα ξεκινώντας αυτή τη θεματική ενότητα περί χαμένης και παραποιημένης έννοιας των λέξεων που θεώρησα αναγκαιότητα των καιρών, θα ασχοληθώ με την τόσο παρεξηγημένη λέξη πατριώτης, που χρησιμοποιείται κατά κόρον αυτή την εποχή και έχει φέρει τον διχασμό ,γιατί την αλυσοδέσαμε. Στο λεξικό της κοινής νεοελληνικής γλώσσας , πατριώτης ο [patriótis] , θηλυκό. πατριώτισσα [patriótisa] είναι αυτός που έχει κοινό τόπο καταγωγής (χώρα, περιοχή, πόλη, χωριό) με κάποιον. συμπατριώτης, συμπολίτης, συγχωριανός. Στις μέρες μας πατριώτης έφθασε να θεωρείται και ο εθνικιστής . Τον καλύτερο διαχωρισμό μεταξύ της