ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΑ ΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΝΕΟΕΜΦΑΝΙΖΟΜΕΝΗ ΠΟΙΗΤΡΙΑ

ΙΩΑΝΝΑΤΟΥ ΕΛΕΝΗ

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1985
Απόφοιτη Παιδαγωγικού Τμήματος Ειδικής Αγωγής.
Συμμετείχε στο Εργαστήρι Δημιουργικής Γραφής:-ΔΙΟΤΊΜΑ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΣ- .
Ποιήματά της στο Διαδίκτυο , στο ΤΟΒΙΒΛΙΟ.ΝΕΤ.
και στην σύγχρονη ανθολογία της Νέας Ελληνικής ποίησης
με επίβλεψ
η και επιμέλεια του ποιητή Δημήτρη Ιατρόπουλου
Εκδόσεις -ΝΕΑ ΔΙΑΣΤΑΣΗ- Αθήνα 2018






Πεταλούδα 









Μ’ αυτά τα ψεύτικα δάκρυα
θα σκουπίσω την ασχήμια μου.
Όσο κι αν λέω πως δε φοβάμαι…

Κι όταν λυπόμουν,
πάντα περνούσε δίπλα μου ένα παραμύθι
κι ακουμπούσα, μέχρι να φύγει αυτός ο δράκος.
Ποτέ  δεν ξάπλωσα ήσυχη το μεσημέρι.
Μου τραβούσε το μανίκι η συνείδηση.

Θυμάσαι εκείνη την πεταλούδα
που στάθηκε στο βάθος της παλάμης μου;
Ήταν την ώρα που αργοσβήνανε τα φώτα.
Η πόλη κοιμόταν
κι εγώ ξυπνούσα για να μάθω να πετάω.
Τραγουδούσα
κι η Ηχώ μου έπαιζε με λύρα τον δικό της ουρανό.
Εσύ έκλεινες τα’ αυτιά σου,
για να ακούσεις εκείνο το άστρο,
που δάκρυζε στο τέλος του ορίζοντα.


Ναι Νικόλα, το χτύπημα στον ώμο, ήταν ασπίδα για το αύριο. Έγινε αηδόνι. Ακολουθούσε τα βήματά μου κι ύστερα χανόταν ανάμεσα στο πρώτο φως. Καλημέρα τότε είπα στο σκοτάδι, ψάχνοντας αυτήν την παιδική καμάρα να με οδηγήσει εκεί, στο ατέλειωτο περιβόλι της αλήθειας.

Θυμάσαι; Με ένα κοίταγμα τρέχαμε, δίχως να ξέρουμε  που, γιατί… Απλά πηγαίναμε. Αυτό μας ένοιαζε. Έπειτα κουραζόμασταν από ευδαιμονία και ξαπλώναμε ανάμεσα στις ολόχρυσες ανεμώνες.

Κλείναμε τα μάτια κρατώντας σφιχτά τα χέρια και μας έλουζε ο ήλιος… Ονειρευόμασταν τα μελλοντικά μας πουλιά. Εσύ μου είπες, ήθελες να γίνεις αϊτός. Πού να βρίσκεσαι άραγε; Εγώ δεν θυμάμαι, μάλλον περιστέρι.

Τότε, άφησα την πεταλούδα ελεύθερη. Θυμάσαι; Μου υποσχέθηκε, πως θα με περιμένει μέχρι να σηκωθώ. Εσύ γελούσες, μα εγώ ήξερα πως ήταν αλήθεια.

Από τότε, δεν ανοίξαμε ξανά τα μάτια.
Μόνο πετούσαμε

 Ι.Ε



ΤΑΞΙΔΕΥΩ











Ταξιδεύω…
εκεί, αέναα σκοπευτικά.

Πορεύομαι…
 το πως των ερώτων
να απαντήσω.
Σιωπώ.

Αναζητώ…
να τοξεύσω τους λόγους
σφυγμών μετεώρων, 
το γιατί των φτωχών,
της φυγής τα μελλούμενα πάθη.

Κοίτα!
Σανίδες σώζω χαλάσματα.
Της βάρκας τον χάρτη συμπληρώνω,
πότε πότε ασάλευτα κι απλά.

Ανασαίνω…
Με ξημερώνουν τα όμματα.
Κι όταν τον Ουρανό αφροειπώ,
θα δέσω περιλαίμιο στη Γη ένα δεμάτι.
Νιότης Δαιμόνων.
Ανατέλλει πύρινο διαβάτη.

Ι.Ε 




Ο ΠΑΛΙΑΤΣΟΣ











Εσύ παλιάτσε που όλο γελάς,
τραμπαλίζεσαι και χαιρετάς.

Τον καθρέφτη κάποτε κοιτάς.
Παίρνεις φόρα μια και τον σπας.
Τα κομμάτια να ενώσεις ζητάς.
Μα τα σχοινιά σου είναι βαριά,
τεντωμένα, πελώρια πια.

Ήρθε η ώρα να ανέβεις στη σκηνή.
Θεατές θλιμμένοι όλο σιωπή,
σε περιμένουν με το στόμα ανοιχτό...
« έλα παλιάτσε για το νούμερο αυτό! »

« Είμαι ένας μικρός παλιάτσος που όλο γελώ,
θέαμα προσφέρω στον κόσμο εγώ.
Με κοιτούν, χασκογελούν κι όλοι με χειροκροτούν.
Το καπέλο απλώνω σαν τελειώνω. »

Πόσο κοστίζει η ζωή;
Πόσο παλιάτσε, είναι ακριβή;
Πίσω απ’ το θέαμα ψάχνω, πίσω απ’ τη σκηνή.
Άδεια τα ρούχα κι αυτά δανικά.
Ένα τριαντάφυλλο κι αγκάθια πολλά

Ι.Ε




ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ


|





Δάκρυσε απόψε το φεγγάρι.
Το φως του κρύφτηκε.
Ψάχνει χρόνο να βρει, μήπως...
και πλάσει την μορφή του απτην αρχή.
Μήπως γεννήσει ακόμα δυο σπηλιές.
Ο άνθρωπος ίσως το έχει ανάγκη.
Εν της τυφλώσεως, να αναγεννηθεί.
Τι άλλο γυρεύει απτη ζωή;

Ι.Ε


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΔΙΟΤΙΜΑ: Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

Ο ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΟ ΣΩΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ ''ΝΕΚΥΙΑ''