H IEΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΦΥΡΑΣ
Κρατούσε τον αλάβαστρο στα χέρια του και μία επιθυμία στην ψυχή του. Κανείς δεν του είπε ότι τα περισσότερα όνειρα δεν πραγματώνονται αλλά αιωρούνται για να μας κρατούν ζωντανούς. Είχε κρατήσει τα χέρια της καθώς βάδιζε στο πέτρινο μονοπάτι. Εκεί αντίκρυσε τα πρώτα χαμομήλια να κρατάνε παρέα στις ροδόχρωμες παπαρούνες. Η άνοιξη είχε έρθει μπροστά στα βήματά του. Δεν έψαχνε άλλωστε πολλά πράγματα. Ήθελε να εξιλεώσει την ψυχή του στην πυρά της παντολέτειρας φύσης. Κοίταξε τα μάτια της κι ένα θλιμμένο χαμόγελο έφυγε να συναντήσει τους γλάρους που πέταγαν στο ακρογιάλι. Απίθωσε τον αλάβαστρο στα πόδια της μικρή προσφορά στην ευτυχία που ένοιωθε. Δεν τόλμησε να την αγγίξει. Ίσως πολλές φορές τα λόγια είναι περιττά για πράγματα που κατανοεί μόνο η ψυχή. Είχε δει στα μάτια της έναν άλλο κόσμο, ένα κόσμο που η ιερή φωτιά τον μεταμόρφωνε σε συναίσθημα. Μπόρεσε να βγάλει τα σανδάλια του για να αισθανθούν τα βήματά του την υγρή γη. Πόσο αλήθεια έμοιαζε με την ψυχή του... Αιώνιος γρίφος.
"Στο χορό σου ολάκερος θ' αφεθώ να με πάρεις
Ώ Μαινάδα τρισεύγενη
Στης ιερής σου μανίας τον πόθο
σαν το ζώο το ανήμπορο
θα συρθώ για θυσία
Και στη δάδα του Έρωτα
που αιχμάλωτο έχεις στη μαύρη ματιά σου
θα προσφέρω για δώρο το στερνό μου το λόγο.
Θυμίαμα θείο θ' ανεβεί στα ουράνια
Ώ ηδονές στης γυναίκας τη σάρκα !
Παιχνίδι ατέλειωτο μου χαρίζεις
Πτυχή ευτυχίας αλλόκοτης
με σημάδι θανάτου ντυμένη
Ώ ηδονές στης γυναίκας τη σάρκα !
Στα χέρια σου τ' άγρια θάρθει στιγμή
να κρατάς την ψυχή μου
πριν στου λαίμαργου Βάκχου σου
για βορά τη χαρίσεις στο στόμα
Μιά σπονδή νεκρική σου ζητώ να μου κάνεις
για το άψυχο σώμα
Δυό σταγόνες πικρής ηδονής
απ' του ονείρου παρθένας βγαλμένη
Σαν έρθει και πάλι πρωϊ
ένα δάκρυο μύρο στο άσπρο της μάγουλο
αργά θα κυλήσει
και ίσως έτσι μ'αυτή τη σπονδή
του θανάτου το χέρι
σαν παλάμη ικέτη φανεί
που αγγίζει απαλά του τρανού βασιλιά του το γόνα
Ώ Μαινάδα τρισεύγενη !
Γιά έναν έρωτα αλλοιώτικο θυσιάζω το σώμα"
Εδώ ο Διόνυσος ήτανε περιττός γιατί... είχες ανακαλύψει βαθιά μες την ψυχή σου το κλίμα της αιώνιας μέθης. Κι έτσι πορεύτηκες με το γλάρο της ακροθαλασσιάς και το κοράκι του Απόλλωνα στη χώρα των άλυτων χρησμών που ανθούν την Άνοιξη.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΜΠΟΤΑΣ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου